- Η ζωή της
- Το έργο της
-
Ο Σύλλογος
- Ο Σύλλογος
- Περιεχόμενα
-
Της Τριανταφυλλιάς τα Φύλλα
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
- Η Xορωδία
- Επικοινωνία
- Ενημέρωση
Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Το έργο της Δημοσιεύματα και συνεντεύξεις Όταν Έχτιζαν Παίρνοντας Υλικό από Ερείπια Παλιών Ναών
Όταν Έχτιζαν Παίρνοντας Υλικό από Ερείπια Παλιών Ναών
Αναστήλωση ή ανάπλαση;
Κριτική, Βασίλης Αγγελικόπουλος, Περιοδικό, Δίφωνο, 01/03/1996
Κείμενο
Αναστήλωση ή ανάπλαση; Μάλλον πρόκειται για ψευδοδίλημμα. Οχι πως δεν υφίσταται μια διαμάχη σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται η παραδοσιακή μουσική και τα τραγούδια μας. Υπάρχει, και μάλιστα κατά καιρούς παίρνει διαστάσεις πολεμικής σύρραξης. «Τα αλλοιώνουν, έτσι όπως τα παρουσιάζουν, με άσχετα όργανα και ξένους ερμηνευτικούς τρόπους, παραμορφώνουν τον χαρακτήρα και το αληθινό τους πρόσωπο», βάλλουν εναντίον των «εκσυγχρονιστών» οι υποστηρικτές της «αυθεντικής» ερμηνείας των παραδοσιακών τραγουδιών. «Τα θάβουν, τα καταδικάζουν να σκονίζονται στα ράφια, έτσι όπως τα παρουσιάζουν με ξεπερασμένο, μουσειακό τρόπο, που δεν αφορά και δεν συγκινεί καθόλου τον σημερινό άνθρωπο», αντιτείνουν οι άλλοι. Ειρήνη υμίν, καθ' ότι ψευδές το δίλημμα: ο κόσμος, όλοι εμείς, έχουμε ανάγκη και έχει αποδειχθεί εμπράκτως και τις αναστηλώσεις της «αυθεντικής» μορφής ενός τραγουδιού, και τους «εκσυγχρονισμούς», και τις αναπλάσεις που μπορεί να εμπνεύσει το παλιό υλικό σ' έναν σύγχρονο δημιουργό. Η ποιότητα των πραγμάτων είναι που κρίνει το αποτέλεσμα. Το ενδιαφέρον μας το έχουν κερδίσει κατά καιρούς εργασίες είτε της μιας είτε της άλλης άποψης. Όπως, άλλωστε, έχουν καταδικαστεί σε λήθη αδιάφορα εγχειρήματα και «μουσειακής», και «εκσυγχρονιστικής» αντίληψης. Καθένας βέβαια τον δικό του τρόπο και τη δική του δουλειά υποστηρίζει εξ ου και οι «συρράξεις», η συνύπαρξη όμως και η παράλληλη πορεία υπήρξε και θα συνεχίσει να είναι αναγκαστική αλλά και αναγκαία: Εχουμε ανάγκη το πολύτιμο έργο που επιτελούν συνήθως παντελώς αβοήθητοι οι ερευνητές και καταγραφείς της παραδοσιακής μας μουσικής, οι οποίοι και προτιμούν συνήθως να την παρουσιάζουν σε «αυθεντικές» μορφές της. Είναι αναγκαίο να γνωρίσουμε αυτές τις «αυθεντικές» εκτελέσεις (άλλο, τώρα πελώριο ζήτημα ποιου χρόνου, ποιου τόπου και ποιας αντίληψης την αυθεντικότητα αποτυπώνουν. Διότι δεν υπήρξε ποτέ απολιθωμένο το παραδοσιακό τραγούδι, όσο ήταν ζωντανό. Κάθε εποχή του έβαζε αυτομάτως και χωρίς αυτό να αποτελεί casus belli τη δική της σφραγίδα, το «παρέδιδε» στην άλλη ντυμένο με τη δική της ερμηνευτική εκδοχή οπότε;). Και, φυσικά, είναι θεμιτό, απολύτως νόμιμο, να αξιοποιεί ο σύγχρονος δημιουργός όπως νομίζει τους θησαυρούς της παράδοσης. Τι, δηλαδή, θα αμφισβητήσουμε ότι ο Χατζιδάκις, λ.χ., μας χάρισε ένα αριστούργημα διασκευάζοντας το «Πέρα στους Πέρα Κάμπους» (με τον τίτλο «Η Ώρα του Αποχαιρετισμού») στον δίσκο του «Πασχαλιές Μέσα από τη Νεκρή Γη»; Και σε τι αυτό μας στερεί τη δυνατότητα να απολαμβάνουμε το δωδεκανησιακό αυτό διαμάντι και στην «αυθεντική» του εκτέλεση από την Αιμιλία Χατζηδάκη; Υπάρχει λοιπόν χώρος για όλους. Ακόμη και για το «γυφτοδημοτικό» και το «σκυλονησιώτικο» μας αρέσει δεν μας αρέσει. Δεν θα κάνουμε τη στρουθοκάμηλο αρνούμενοι να παραδεχτούμε ότι ο μέγας λαός διασκεδάζει σε γλέντια, κέντρα, πανηγύρια με τις χυδαιότερες μάλλον (και φουλ «εξηλεκτρισμένες») ερμηνευτικές εκδοχές του παραδοσιακού τραγουδιού χωρίς αυτό καθόλου να τον ενοχλεί. Απ' όλα έχει ο μπαξές, καθένας διαλέγει αυτό που του ταιριάζει. Κι όποιος μπορεί να ακούσει και να εκτιμήσει τη Δόμνα Σαμίου ή τον Νίκο Γράψα, καλό του κεφαλιού του. Και της ψυχούλας του.
Η Δόμνα Σαμίου είναι από τους ελάχιστους που επιμένουν στο αυθεντικό, και ανάγκη συστάσεων δεν έχει. Ίσως μόνο θα πρέπει να επισημανθεί ότι είναι από τους λίγους που το αυθεντικό το δίνουν με έναν τρόπο προσιτό στον σημερινό άνθρωπο. Οι περισσότεροι ταγμένοι στο «αυθεντικό» για να είμαστε δηλαδή και ειλικρινείς μας κάνουν συνήθως και πλήττουμε λιγάκι. Η Δόμνα Σαμίου συνήθως όχι. Ο προηγούμενος δίσκος της με τα απολαυστικά Αποκριάτικα ήταν μια εργασία όπου η ακάματη ερευνήτρια και ερμηνεύτρια έβρισκε τη χρυσή τομή. Στην ίδια πορεία εντάσσεται και ο νέος της δίσκος Κανελόριζα, που εξέδωσε ιδίοις φευ! αναλώμασι.
Ενοποιητικό στοιχείο των τραγουδιών που περιλαμβάνει ο δίσκος αυτός είναι ο επτάσημος ρυθμός (του καλαματιανού) και ο εννεάσημος (του ζεϊμπέκικου και του καρσιλαμά). Δεν μας λέει και πολλά αυτό; Ωραία: τα τραγούδια λοιπόν αυτού του δίσκου είναι τα περισσότερα άγνωστα -η προσφορά του ερευνητή- και «έχουν στίχους παλιούς, ερωτικούς, πονεμένους, μερακλίδικους και ανάλογες μελωδίες». Κι ακόμη: «Φρόντισα», σημειώνει η κ. Σαμίου, «τα πολύστιχα τραγούδια που διηγούνται μια ιστορία να παρουσιαστούν ολοκληρωμένα, σε αντίθεση με την κακή συνήθεια της εποχής να τραγουδιούνται μόνο οι δύο τρεις πρώτοι στίχοι κι έτσι να χάνεται η συνοχή και το νόημα του τραγουδιού... Προσπάθησα επίσης να αποδώσω τα τραγούδια στην αυθεντική τους μορφή, με το μουσικό ύφος της περιοχής από την οποία προέρχονται».
Είναι τραγούδια από τη Μικρά Ασία και τα κοντινά της νησιά κυρίως. Όμορφα τραγούδια, που ερμηνεύει η ίδια και χορωδία συνοδευόμενη από τα κλασικά παραδοσιακά όργανα (κλαρίνο, βιολί, λαούτο, τουμπελέκι και, όπου χρειάζεται, καθ' ότι Μικρασία, πολίτικη λύρα, κανονάκι, ούτι και ταμπουράς). Δεν θα πούμε ότι μερικές φορές ο ήχος δεν γίνεται λιγάκι μονότονος του βιολιού ιδίως. Αλλά το γενικό αποτέλεσμα είναι ευάρεστο. Τα τραγούδια που μας γνωρίζει αυτή η συλλογή είναι ενδιαφέροντα. Και η φωνή της κ. Σαμίου, γοητευτικά ώριμη και πλαστική, όσο ποτέ ίσως, γίνεται η αναγκαία γέφυρα ανάμεσα στον παλιό κόσμο τους και σε μας σήμερα. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα τα Υποψία να μην έχεις, Το πονεμένο στήθος μου, Κανελόριζα (που το θυμόμαστε από μια διασκευή που είχε ηχογραφήσει εκεί γύρω στο '60 ο εξαιρετικός Κώστας Γιαννίδης με τη νεαρή Νάνα Μούσχουρη), το Καλέ 'σύ (που είχε ηχογραφήσει ως δικό του ο αείμνηστος, Μικρασιάτης επίσης, Γιάννης Παπαϊωάννου με τη Ρένα Ντάλλια), το υπέροχο Φέτο το καλοκαιράκι, τον Μαντηλάτο χορό, το Ακούς τους μύλους...
Και κάτι ακόμα: κάθε φορά που ακούμε παραδοσιακά τραγούδια όλο και διαπιστώνουμε τη μέγιστη επιρροή που είχε το παραδοσιακό τραγούδι στο ρεμπέτικο, ως προς τον στίχο τουλάχιστον: «Έρχομαι τον τοίχο, τοίχο / δεν μπορώ να σου 'πιτύχω», δίστιχο από το Ακούς τους Μύλους. «Θα 'ρθω νύχτα τοίχο τοίχο / και για σύνθημα θα βήχω» στο γνωστό τραγούδι του Μ. Γενίτσαρη. Και «Στον ποταμό που πλένεσαι / περιστεράκι γένεσαι» από το Βασίλω Καλαματιανή ατόφιο στο τραγούδι Στο Φάληρο που Πλένεσαι του Βαμβακάρη ο οποίος, όπως έχει κατ' επανάληψη επισημανθεί, εκτός των άλλων είναι και μια μεγάλη γέφυρα που συνέδεσε το παραδοσιακό τραγούδι με το ρεμπέτικο και το λαϊκό.
Όταν Έχτιζαν Παίρνοντας Υλικό από Ερείπια Παλιών Ναών
Κριτική , Βασίλης Αγγελικόπουλος , Περιοδικό , Δίφωνο , 1 Μαρτίου 1996