- Η ζωή της
- Το έργο της
-
Ο Σύλλογος
- Ο Σύλλογος
- Περιεχόμενα
-
Της Τριανταφυλλιάς τα Φύλλα
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
- Η Xορωδία
- Επικοινωνία
- Ενημέρωση
Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Το έργο της Δημοσιεύματα και συνεντεύξεις Η Δόμνα Σαμίου στο Μέγαρο Μουσικής
Η Δόμνα Σαμίου στο Μέγαρο Μουσικής
Η «αποθέωση» μιας εστιάδας
Κριτική, Κυριάκος Λουκάκος, Εφημερίδα, Η Αυγή, 15/11/1998
Κείμενο
(απόσπασμα)
Για τη σύγχρονη Ελλάδα η έννοια της πολιτιστικής ταυτότητας είναι πιο απατηλή από ποτέ. Τα καταφύγια της ελληνικότητας, δηλαδή η μουσική, η λαϊκή τέχνη, οι καλώς εννοούμενες παραδόσεις των μικρών κοινωνιών του παρελθόντος, ο κώδικας τιμής που καθόριζε άλλοτε τις σχέσεις των ανθρώπων μοιάζουν να έχουν την τύχη των σπανίων θηραμάτων. Τα ελάχιστα απομένοντα του είδους προστατεύονται ως είδος μουσειακό από τους ζηλωτές που αγωνίζονται, κόντρα στα ορατά βιολογικά όρια της ύπαρξης, να περισώσουν, να εκθέσουν, να μεταδώσουν. Ένας αγώνας άχαρος σε μια χώρα όπου οι τη ρητές αρχείων αντιμετωπίζονται ως γραφικοί και που η πολιτεία, πρώτος υπόχρεος διαφύλαξης των πολιτιστικών αγαθών, μοιάζει να έχει υπνωτισθεί είτε από τους λάγνους ήχους των «σκυλάδικων» [...] είτε από τις κίβδηλες λάμψεις των φωτεινών επιγραφών του θνησιγενούς, καθ' ότι ιμιτασιόν, Χρηματιστηρίου της Σοφοκλέους.
Με αυτή την έννοια οι ευκαιρίες για την προάσπιση «Θερμοπυλών» πληθαίνουν για όσους διαθέτουν τα αισθητήρια εντοπισμού τους στην ευτελισμένη καθημερινή ζωή. Και η αντίσταση στις μυριάδες των Περσών που ξεχύνονται από ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, έντυπα, γήπεδα προσλαμβάνει μια προϊόντως καβαφική διάσταση. Τέτοιες Θερμοπύλες προασπίζει και η Δόμνα Σαμίου και το αφιέρωμα στις γνωστές και άγνωστες πτυχές της τέχνης της, που περιέλαβε ο ευρηματικός Δημήτρης Μαραγκόπουλος στον υπό την διεύθυνση του κύκλο του Μεγάρου Μουσικής «Γέφυρες», ήταν από μακρού οφειλόμενο. Όχι μόνο επειδή η μεγάλη ιέρεια της παραδοσιακής μας μουσικής εξέφρασε την επιθυμία να αποδώσει ορισμένα τραγούδια μπροστά στο προσεκτικό κοινό του Μεγάρου [...] αλλά και διότι στη δωρική της φυσιογνωμία μετουσιώνεται η προσφορά του προσωπικού πάθους προς το αγνώμον ελληνικό έθνος, και μάλιστα με τρόπο ολοζώντανο και διόλου μουσειακό.
Μικρασιάτισσα, με τον βυζαντινό φωνητικό τρόπο να οδηγεί ένα ηχόχρωμα κλαρινέττου μπάσου και την αφτιασίδωτη θωριά της ταπεινοφροσύνης να φωτίζεται από ένα ενθουσιώδες παιδιάστικο βλέμμα, η Δόμνα Σαμίου διαθέτει ίσως την πληρέστερη συναίσθηση του όρου «γέφυρες» από τον καθένα. Τέτοιες γέφυρες έριξε στην αντίπερα όχθη με την πρόσκληση δύο Τούρκων δεξιοτεχνών, προκειμένου να πλαισιώσουν το δικό της άξιο ορχηστρικό συγκρότημα: του Φαχρεντίν Τσιμενλί, που επένδυσε (για πρώτη φορά σε σύγχρονες εκτελέσεις) πολλά από τα τραγούδια με τον ιδιότυπο ήχο του τοξωτού ταμπουρά, και του μόλις 23χρονου Βολκάν Γιλμάζ, που μάγεψε φυσώντας εκπληκτικά τον μακρύ αυλό με το εξωτικό όνομα νέι.
Από τις πρώτες κιόλας νότες του εναρκτήριου δωδεκανησιακού σκοπού αισθάνθηκε ο ακροατής την έλξη της πλησιόχωρης Ιωνικής Ανατολής. Λίγο αργότερα ο ροδακινένιος ήχος του νέι ένωνε την εμπορική Χίο με τον καημό της οικουμενικής Πόλης και της παρευξείνιας ακτογραμμής. Ρυθμοί αργοί, λάγνοι, εξουθενωμένοι, θα 'λεγες, από τον καυτό ήλιο μιας αμείλικτης ξηρασίας, με έναν πόνο ικανό να διαβρώσει την πέτρα. Η ίδια η μουσική, με μια ηχητικότητα αρχοντική, μοιάζει λίθινη και αστραποβόλα ανάμεσα στις μύριες παραλλαγές της, να ατενίζει με πίκρα αλλά και συγκατάβαση την Ανατολή. Ήταν άραγε ιδέα μας πως ακόμη και η Κύμη της Εύβοιας απευθυνόταν στο διαβατάρικο καράβι λαγνοκοιτάζοντας τα ιδανικά παράλια μιας αλλόχρονης Μικρασίας;
Στο πλούσιο πρόγραμμά της η Δόμνα Σαμίου αναδείχθηκε σε τεχνήτρα των ομοιογενών αντιθέσεων: από τον ζευγαρωτό του Ικονίου, με το θαυμάσιο πρελούδιο όπου το γλυκόλαλο νέι σμίγει με τις γεμάτες ανατολίτικο παράπονο δεξιοτεχνικές μεμψιμοιρίες του τοξωτού ταμπουρά, ως τον ρουμελιώτικο θρήνο με τη φωνή να ντύνεται ονειρικά πρώτα το σαντούρι, μετά το κλαρίνο και κατόπιν το βιολί... Από το νταούλι της Ιερισσού, που διατυμπανίζει την πανηγυρική, δημόσια διάσταση του έρωτα, ως την ηρωική ελεγεία της Καρπάθου και το χαμηλόφωνο άλγος της σκυριανής δυωδίας φωνής και ταμπουρά... Από τη σκυθική βαρβαρότητα του θρακιώτικου μαντηλάτου ως τον φορτωμένο από τον ζαχαρωμένο πόθο μιας Ρωμηάς για έναν «Μεμέτη» της Πόλης, η μίξη υπήρξε αθροιστική και ευεργετική, μαλακτική στην ψυχή και συνθετική για τη διάνοια. Συγκινητική υπήρξε και η βυζαντινή πρεμιέρα της Σαμίου με το «Θεοτοκίον» που επέτρεψε τον συνδυασμό της τεχνικά κραταιάς και εκφραστικά πλούσιας φωνής της με το απαράλλαχτο όσο και απαράμιλλο ίσο του Λυκούργου Αγγελόπουλου και του συνόλου του. Συμπαθείς, αλλά και περιττές, οι παρουσίες του Διονύση Σαββόπουλου και της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, μάλλον διέκοψαν παρά ενίσχυσαν τη ροή ενός προγράμματος που σε κάθε γωνιά του έκρυβε μια έκπληξη. Όπως στα πολιτικά Θα σπάσω και Ας βαστάξει αυτός ο μπάλλος με τη φυσική διγλωσσία τους [...] να υπομιμνήσκει απαισιόδοξα την οδυνηρή αδυναμία της τέχνης να επιβάλει γέφυρες πάνω στην άτεγκτη βαναυσότητα της ιστορικής εκτύλιξης...
Η Δόμνα Σαμίου στο Μέγαρο Μουσικής
Κυριάκος Λουκάκος , Εφημερίδα , Η Αυγή , 15 Νοεμβρίου 1998