- Η ζωή της
- Το έργο της
-
Ο Σύλλογος
- Ο Σύλλογος
- Περιεχόμενα
-
Της Τριανταφυλλιάς τα Φύλλα
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
- Τα μαθήματα
- Ενημέρωση
- Επικοινωνία
Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Η ζωή της Μια ζωή σαν παραμύθι Η συνάντηση με τη ραδιοφωνία και τη δισκογραφία
Η συνάντηση με τη ραδιοφωνία και τη δισκογραφία
Κείμενο
Τα χρόνια περνούν και το ’54 μπαίνω στο τότε ΕΙΡ, υπάλληλος στο τμήμα Εθνικής Μουσικής, όπου προϊστάμενος ήταν ο Καράς, ο δάσκαλός μου, που με τη βοήθειά του βεβαίως μπήκα και άρχισα να εργάζομαι κάνοντας προγράμματα από δίσκους ή από μαγνητοταινίες. Η υπηρεσία μου στο ραδιόφωνο ήταν μια άλλη εμπειρία γιατί έρχομαι σιγά σιγά σε επαφή με τα διάφορα τοπικά μουσικά λαϊκά συγκροτήματα. Τότε γνωρίζω τον Χρόνη τον Αηδονίδη, που είχε έρθει από τη Θράκη, τον Κώστα τον Μουντάκη, τον Αντώνη τον Περιστέρη, τον Τάσο τον Χαλκιά, την Κονιτοπούλου την Ειρήνη, που ήταν κοριτσάκι ανύπαντρο. Είχε έρθει τότε από τη Νάξο με τον πατέρα της που έπαιζε βιολί και που το παρατσούκλι του ήτανε "Μωρό" και τον Γιώργο τον αδερφό της. Τότε δηλαδή είχαν αρχίσει να έρχονται οι εσωτερικοί μετανάστες από την επαρχία, και οι καλύτεροι κατά κάποιο τρόπο μουσικοί μας από την Ήπειρο, από την Κρήτη, από τη Θράκη, απ’ τη Μακεδονία, από την Πελοπόννησο, από τη Ρούμελη, από τα νησιά, ερχόντουσαν πια σιγά σιγά στην Αθήνα μέσα. Μας φέρνανε τα τραγούδια τους, τους στίχους των τραγουδιών και κάθε βδομάδα εναλλάξ έδιναν εκπομπή, από όλες τις περιοχές. Έρχομαι λοιπόν σε επαφή με τους μουσικούς και με τη μουσική τής κάθε περιοχής μας.
Ρηγίλλης 4 και Μουρούζη ήταν μόνο τα γραφεία της Ραδιοφωνίας. Τα στούντιο ήταν στο Ζάππειο: εκεί πηγαίναμε για να ηχογραφήσουμε, στους Ραδιοθαλάμους όπως τους λέγαμε. Εκεί έρχονταν τα διάφορα συγκροτήματα από ολόκληρη της Ελλάδα για να τα «γράψουμε». Από εκεί εκπέμπονταν όλα τα προγράμματα. Εμείς οι παραγωγοί ετοιμάζαμε το πρό¬γραμμά μας στη Ρηγίλλης· διαλέγαμε τους δίσκους από τη δισκοθήκη ετοιμάζαμε ένα δελτίο με τη σειρά των τραγουδιών τους αριθμούς των δίσκων κι όλες τις πληροφορίες που θέλαμε να δώσουμε στους ακροατές. Παραδίναμε το Δελτίο μας στη δισκοθήκη, τα κορίτσια που δούλευαν εκεί συγκέντρωναν τους δίσκους, τους έβαζαν -μαζί με το Δελτίο- μέσα σε ξύλινα κουτιά τα κατέβαζε ο κλητήρας στο ισόγειο, κι ένα αυτοκίνητο του ΕΙΡ τα μετέφερε στο Ζάππειο : πρωτόγονα πράγματα. Εκεί οι εκφωνητές άντρες και γυναίκες διαβάζανε ό,τι είχαμε ετοιμάσει εμείς. Για τα Δελτία Ειδήσεων υπήρχαν ειδικοί εκφωνητές.
Στη Ρηγίλλης 4 πάντα, στο βάθος του μεγάλου χώρου που μοιραζόμαστε όλοι οι μουσικοί παραγωγοί υπήρχαν τρία καμαρίνια με πικάπ, ώστε να μπορούμε να ακούμε τους δίσκους, να επιλέγουμε τα τραγούδια, να τα βάζουμε στη σειρά που θέλουμε, να φτιάχνουμε το πρόγραμμά μας με λίγα λόγια. Εμείς στο στούντιο πηγαίναμε μόνο αν είχαμε ζωντανές ηχογραφήσεις.
Ήμουν η μόνη μόνιμη υπάλληλος στα δημοτικά. Μερικοί συνάδελφοι που θυμάμαι ότι δούλευαν στο Μουσικό Τμήμα εκείνη την εποχή είναι ο Ανδρέας Καρμπόνε, η Ιφιγένεια Ευθυμιάτου και η Σοφία Μιχαλίτση στο κλασικό, η Φραγκίσκη Καρόρη η Τόνια Καράλη, ο Γιώργος Παπαστεφάνου, η Μίρκα Παπανικολάου, η Έλλη Σολομωνίδου, η Μαρία Μαλατέστα, η Αιμιλία Πατσιφά, ο Δημήτρης Θεμελής...
Θυμάμαι ότι το δημοτικό τραγούδι και από τότε ήταν σχετικά «παρακατιανό»... πολύ λίγο γνωστό στην πρωτεύουσα... Κι εγώ ήθελα να ξέρουν όλοι τι πλούτο και τι ομορφιά έχει η δημοτική μουσική. Προσπαθούσα, λοιπόν να μυήσω σ' αυτή την ομορφιά κατ' αρχήν τους συναδέλφους μου, τους ανθρώπους που πέρναγα ώρες μαζί τους σ' έναν κοινό χώρο. Έτσι, μόλις μου δινόταν η ευκαιρία -στα διαλείμματα της δουλειάς και τα πρωινά που συζητούσαμε όλοι μαζί περί ανέμων και υδάτων- τους τραγούδαγα και τους χόρευα χασάπικα, ζεϊμπέκικα... δεν τα ήξεραν, δεν τα είχαν ξανακούσει. Με κοίταζαν περίεργα, αλλά σιγά σιγά συνήθιζαν. Από μένα τα πρωτόμαθαν. Ωραία χρόνια. Σπουδαίοι άνθρωποι όλοι, τους θυμάμαι πάντα με αγάπη.
Στο ραδιόφωνο είχα επίσης και μια άλλη δουλειά. Υπήρχε μια επιτροπή με πρόεδρο τον Καρά όπου ελέγχαμε τους δίσκους που μας έστελνε η κάθε εταιρεία. Είχαν αρχίσει τότε να βγαίνουν τα μικρά τα δισκάκια, τα 45άρια, κι αν μας έστελναν, ας πούμε, δέκα δισκάκια, ζήτημα αν εγκρίναμε από το ένα δισκάκι τη μία όψη, γιατί τα άλλα ήταν όλα ψευτοτράγουδα, τα δήθεν σύγχρονα δημοτικά τραγούδια. Έπρεπε δηλαδή να είναι η ορχήστρα η σωστή, ο σκοπός ο σωστός, τα λόγια τα σωστά, η εκτέλεση του τραγουδιστή να είναι σωστή. Εγώ κρατούσα τα πρακτικά της επιτροπής. Έβλεπα λοιπόν την κακοποίηση που γινόταν εις βάρος του δημοτικού τραγουδιού, αγανακτούσα και αποφάσισα κάποτε να συνεργαστώ με τον κύριο Πατσιφά που είχε την Fidelity – Philips. Τα γραφεία ήτανε στο Μετοχικό Ταμείο, όπου άρχιζε να ανεβαίνει η Νάνα Μούσχουρη κι ο Χατζηδάκις βεβαίως. Συνεργάστηκα με τον κύριο Πατσιφά, εύρισκα συγκροτήματα γνήσια και κάναμε δίσκους, έκανα επιμέλεια στους δίσκους. Επίσης στο ραδιόφωνο εκτός από τα προγράμματα που έκανα, έκανα μουσική επιμέλεια σε διάφορες λαογραφικού περιεχομένου εκπομπές ή σε θεατρικές εκπομπές ή και, για να συμπληρώσω τον μισθό που έπαιρνα που ήταν πολύ λίγος, με καλούσαν κι έβαζα μουσική σε ταινίες φουστανέλας.
Παρόλο που εργάζομαι στο ΕΙΡ, εξακολουθώ να είμαι από το ’41 μέχρι και το ’61 στο Σύλλογο του Σίμωνα Καρά και να ανήκω στη χορωδία του. Από το ’61 και μετά σταμάτησα να πηγαίνω. Έβλεπα ότι γίνεται αυτή η παραποίηση σε βάρος του δημοτικού τραγουδιού και ενώ η πρώτη μου αντίδραση ήταν να βοηθήσω και να γίνουν δίσκοι με γνήσια δημοτικά τραγούδια, παράλληλα αποφασίζω να αγοράσω με τρομερή οικονομία το πρώτο μου μαγνητόφωνο Uher, και αρχίζω πια, γύρω στο ’62-’63, τα καλοκαίρια που έπαιρνα την άδειά μου από την υπηρεσία μου να πηγαίνω στην επαρχία και να μαζεύω μουσικό υλικό. Έτσι έχω πάει στην Κρήτη, στη Θράκη, στη Μακεδονία, στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στην Πελοπόννησο και εξακολουθώ να μαζεύω υλικό.
Ήθελα να αποκτήσω δική μου προσωπική συλλογή, να έρθω σε άμεση επαφή με τους ανθρώπους της υπαίθρου που είναι και η κυριότερη πηγή για έρευνα και συλλογή, να ακούσω απ’ ευθείας από το στόμα τους τα δημοτικά τραγούδια, να τα ηχογραφήσω για να έχω το σωστό ύφος και το σωστό τρόπο εκτέλεσης. Αυτή η προσπάθεια στην αρχή δεν ήταν καθόλου εύκολη. Έπρεπε να κάνω οικονομίες, να αγοράσω μαγνητόφωνο, μαγνητοταινίες, να πληρώσω τα έξοδα της μετακίνησης, διατροφής και διαμονής μου στα ταξίδια και ακόμα να ψάξω να βρω τους κατάλληλους ανθρώπους που να ξέρουν τα γνήσια δημοτικά τραγούδια και το δυσκολότερο να τους καταφέρω να τα τραγουδήσουν. Αυτούς τους ανθρώπους τους εύρισκα και εξακολουθώ να τους βρίσκω κάθε φορά που πηγαίνω για ηχογράφηση, ρωτώντας στα καφενεία, στις γειτονιές ή στην κοινότητα, γιατί όπως είναι φυσικό οι άνθρωποι που ξέρουν να τραγουδούν ή να παίζουν κάποιο όργανο, οι μερακλήδες δηλαδή, είναι γνωστοί στην περιοχή τους.
Εγώ ακολούθησα ακριβώς το δρόμο του Καρά. Έμεινα κοντά του από δεκατριών χρονών και ό,τι έμαθα τα οφείλω στον Καρά, θα το λέω μέχρι να πεθάνω. Αλλά κάποια στιγμή αισθάνθηκα την ανάγκη να κάνω και κάτι μόνη μου. Κι αυτό πάντα μ’ έπνιγε, "τι θα πει ο Καράς και πώς θα το πάρει", γιατί ήξερα τις αντιδράσεις του από προηγούμενες περιπτώσεις. Δυσκολεύτηκα ομολογώ πάρα πολύ μέσα μου, πάλεψα για να μπορέσω να κάνω κάτι, να ξεφύγω, ας πούμε, και θυμάμαι με πόσο δισταγμό, με πόση δειλία, με πόσο φόβο, μπορώ να πω, τόλμησα να του πω ότι θα κάνω κάποια δισκάκια. Τελικά όταν άρχισα να κάνω κάτι εγώ, σιγά σιγά με απομάκρυνε. Και λυπήθηκα πολύ γιατί θα τον βοηθούσα πολύ τον Καρά και θα με βοηθούσε και κείνος.