- Η ζωή της
- Το έργο της
-
Ο Σύλλογος
- Ο Σύλλογος
- Περιεχόμενα
-
Της Τριανταφυλλιάς τα Φύλλα
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
6 & 7 Απριλίου 2024, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
- Η Xορωδία
- Επικοινωνία
- Ενημέρωση
Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Το έργο της Δημοσιεύματα και συνεντεύξεις Ο ήχος του μπερντέ
Ο ήχος του μπερντέ
Ο επιμένων ελληνικά
Λάμπρος Λιάβας, Εφημερίδα, Ελευθεροτυπία, 30/09/1997
Κείμενο
Μια μοναδική εμπειρία πριν από λίγες ημέρες (Τρίτη και Τετάρτη 23 και 24/9) για τους επισκέπτες του Μουσείου Τσαρούχη στο Μαρούσι. Η πρόεδρος του Ιδρύματος Τσαρούχη Νίκη Γρυπάρη αγωνίστηκε επί τρία (!) χρόνια για να ξεπεράσει τις πρακτικές δυσκολίες και ν' αναβιώσει (παράλληλα με την έκθεση που δείχνει τις επιρροές του Τσαρούχη από το θέατρο σκιών) μια κλασική παράσταση των Σπαθάρηδων με «αποθέωση» στο φινάλε και ζωντανή μουσική. Έτσι, στο δρόμο μπροστά στο Μουσείο όπου στήθηκε ο μπερντές του Ευγένιου Σπαθάρη (όπως γινόταν παλαιότερα στις γειτονιές) παρουσιάστηκε «Η Σούβλισις του Αθανασίου Διάκου», με το γέλιο να συναγωνίζεται τη συγκίνηση σ' ένα κοινό που ξαναανακάλυψε έναν ολόκληρο κόσμο. Μια τέχνη που κινδυνεύει να μπει στο περιθώριο, καθώς της έχουν κολλήσει την ετικέτα τού «παιδικού θεάματος». Κι όμως, σε εποχές παλιότερες πάνω από 1.000 θεατές, κυρίως ενήλικοι, κυριολεκτικά «ψυχαγωγούνταν» μ' αυτή την πιο ολοκληρωμένη και άμεσα λειτουργική λαϊκή θεατρική έκφραση του νεότερου Ελληνισμού: τον Καραγκιόζη.
Κι αν οι ανταποκρίσεις των εφημερίδων εστίασαν κυρίως στο «χάπενινγκ» του φινάλε με τον Αλέκο Φασιανό να υποδύεται τον... καντηλανάφτη, θεωρώ ότι το πιο σημαντικό σημείο αυτής της πρωτοβουλίας ήταν η αποκατάσταση της ζωντανής ορχήστρας (με τη Δόμνα Σαμίου και το συγκρότημά της) που συνόδεψε και σχολίασε τη δράση όπως στις κλασικές παραστάσεις του θεάτρου σκιών.
Τις δεκαετίες του '20 και του '30 στην Αθήνα μια από τις καλύτερες απασχολήσεις για τους λαϊκούς μουσικούς ήταν οι 40 (!) μπερντέδες του Καραγκιόζη, που απασχολούσαν κατά μέσον όρο πέντε μουσικούς. Οι τραγουδιστές αναγράφονταν στο πρόγραμμα κι αναγγέλλονταν στις αφίσες, καθώς αποτελούσαν μεγάλο «κράχτη« για το κοινό. Δεν είναι τυχαίο ότι ορισμένοι από τους πρωτεργάτες του ελληνικού θεάτρου σκιών υπήρξαν οι ίδιοι και εξαίρετοι τραγουδιστές, με πρώτο και καλύτερο τον περίφημο Μίμαρο, πρωτοψάλτη παράλληλα στον Αγ. Ανδρέα Πατρών (αποδεικνύοντας, γι' άλλη μια φορά, την άρρηκτη σχέση ανάμεσα στο δημοτικό τραγούδι και τη βυζαντινή μουσική παράδοση).
'Εχουμε όμως, και τραγουδιστές που άφησαν εποχή ακριβώς ως «τραγουδιστές του μπερντέ»: ο Στράτος Μελίδης (που ήξερε -λέει- τριάντα έξι διαφορετικούς αμανέδες!), ο Σωτήρης Καπρούλιας (τραγουδιστής του Χαρίδημου) και ο Κώστας Καράμπαλης (1883-1942), τραγουδιστής του Αντώνη Μόλλα). Επίσης στις παραστάσις του Μόλλα τραγουδούσε και ο Πέτρος Κυριακός πριν βγει στο παλκοσένικο.
Οι δύο γιοι του Κώστα Καράμπαλη, ο Σπύρος και ο Θέμης, που πέθαναν πριν από λίγα χρόνια, ήταν οι τελευταίοι εκπρόσωποι αυτής της παράδοσης των τραγουδιστών του θεάτρου σκιών. Εξαιρετικό τεκμήριο της τέχνης τους αποτελεί ο δίσκος Τα τραγούδια του Καραγκιόζη που επιμελήθηκε με πολλή γνώση και μεράκι ο Μιχάλης Ιερωνυμίδης (εκδ. BMG-Ariola).
Εδώ ο ακροατής ανακαλύπτει την έμπνευση και την τέχνη με την οποία το ελληνικό θέατρο σκιών συνδυάζει το οπτικό στοιχείο με το ακουστικό, οδηγώντας σε μια θαυμαστή συνύπαρξη κι ενότητα το λόγο, με τη μουσική και την κίνηση.
Το χασαποσέρβικο της έναρξης κι ο καλαματιανός στο φινάλε, τα εμβατήρια και η Πόλκα, το ράσι του Μεγαλέξανδρου, τα τσάμικα του Μπαρμπαγιώργου, ο αμανές του Εβραίου, τα ρεμπέτικα του Σταύρακα... Τα τραγούδια και οι σκοποί, που γνωστοποιούν αμέσως την ταυτότητα του κάθε ήρωα, δηλώνουν το ήθος και την προσωπικότητά του, φορτίζουν ακόμη περισσότερο την παρέμβασή του στη θεατρική δράση. Μια εξαιρετικά συμβολική λειτουργία της μουσικής, που καταλήγει να περιγράψει, με μια μοναδική λιτότητα αλλά και πυκνότητα, τύπους θεατρικούς ιδιαίτερα σύνθετους.
Μια παράσταση Καραγκιόζη μπορεί να θεωρηθεί σαν μια μορφή όπερας! Χορός δεν είναι, εξάλλου, όλες αυτές οι κινήσεις που δίνει ο καραγκιοζοπαίχτης στις φιγούρες; Μουσική δεν είναι οι τραγουδιστές φωνές που μιμείται όταν αλλάζει τονικά ύψη και ηχοχρώματα, ρυθμούς και προφορές, δοκιμάζοντας το λαρύγγι του σαν ηθοποιός και τραγουδιστής μαζί; Αλλά και κάτι ακόμα, που μας υπενθύμισε ο Ευγένιος Σπαθάρης στην παράσταση του Αθανασίου Διάκου: Ο παραδοσιακός τεχνίτης είναι κι ένας μεγάλος εφευρέτης ήχων, επιστρατεύοντας κάθε είδους φωνητικά κόλπα αλλά και τενεκέδες, χαρτόνια, ξύλα παλαμάκια, στράκες κ.ά. για να μιμηθεί τον ήχο της βροντής, του καβγά, του αέρα, των κυμάτων κ.λπ.
Συμμετέχοντας στη συγκίνηση και τη διάχυτη ικανοποίηση που έβλεπες στα πρόσωπα των θεατών της παράστασης στο Μουσείο Τσαρούχη, αναλογίστηκα το πόσο μεγάλο πλήγμα υπήρξε για τον ήχο του Καραγκιόζη η χρησιμοποίηση, από το 1960 και μετά, ηχογραφημένης μουσικής. Φτώχυνε το ρεπερτόριο, καθώς περιορίστηκε η επιλογή, έπαψε το παιχνίδισμα της φαντασίας που διάλεγε το τραγούδι ανάλογα με τα πρόσφατα επίκαιρα γεγονότα, την ανταπόκριση του κοινού, τη διάθεση του καραγκιοζοπαίχτη ή του τραγουδιστή.
Επίσης, όσο αναπόφευκτη κι αν υπήρξε η χρήση μικροφώνου, αλλοίωσε την παραδοσιακή φωνητική τεχνική του καραγκιοζοπαίχτη, στην εκφορά του λόγου, στη δυναμική και στην κλίμακα των ηχοχρωμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι παλαιοί τεχνίτες περιφρονούσαν τα μικρόφωνα, λέγοντας πως είναι «για τους μικρούς». Περηφανεύονταν μάλιστα, όπως ο Αντώνης Ποριώτης, ότι έπαιζαν στο Ζάππειο και ακούγονταν ως την Ομόνοια!
Στις μέρες μας όμως ο ήχος του Καραγκιόζη πεθαίνει από ηλεκτροπληξία, όπως εξάλλου και η αίσθηση στα ελληνικά πανηγύρια...
Ο ήχος του μπερντέ
Λάμπρος Λιάβας , Εφημερίδα , Ελευθεροτυπία , 30 Σεπτεμβρίου 1997