Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Το έργο της Δημοσιεύματα και συνεντεύξεις Μιράντα Τερζοπούλου - Ο φόβος μιας πολιτικής «παράδοσης»
Μιράντα Τερζοπούλου - Ο φόβος μιας πολιτικής «παράδοσης»
Συνέντευξη στη Μαριάννα Τόλια
Μαριάννα Τόλια, Εφημερίδα, Η Εποχή, 16/01/2005
Κείμενο
Μπορεί να ξάφνιασε η μήνυση του ιεροψάλτη Ακρίδα κατά της Δόμνας Σαμίου για τα Αποκριάτικα. Αλλά εκείνο που κυρίως μας έριξε από τα σύννεφα (ανοήτως μάλλον!) ήταν η θέση της επίσημης χριστιανικής εκκλησίας (που ακόμα να χωριστεί από το κράτος) και του επικεφαλής της Χρ. Παρασκευαϊδη. Που εν έτει 2005 κατάφερε να δει στα χαρούμενα διονυσιακά τραγούδια «νόσον του πνεύματος, μωρία, σκότος, αφροσύνη και πόρωσιν συνειδήσεως». Για ένα μουνί που λέγαν Γιώτα κι έναν πούτσο Παναγιώτα! Όχι, λάθος, παρατηρεί η εθνολόγος Μιράντα Τερζοπούλου. Δεν είναι μια λέξη, η λαϊκή γενετήσια λέξη που ενοχλεί. Είναι η ανατρεπτική πλευρά της παράδοσης που παραμονεύει εντός της. «Επιτρέπεται η ανατροπή; Όχι. Ούτε με τα όπλα, ούτε με τις πέτρες, τα γράφιτι ή τα τραγούδια. Ούτε με το γέλιο. Αν μη τι άλλο το ένστικτο του κ. Ακρίδα ως ανθρώπου της εκκλησίας τον οδήγησε πολύ σωστά». Η συνεργάτιδα της Δόμνας Σαμίου μίλησε στην «Εποχή» για την επίμαχη μουσική συλλογή και την ιστορία της υπόθεσης Ακρίδα, για το πνεύμα της Αποκριάς, και κυρίως για την επώδυνη πολιτική διάσταση του θέματος της «παράδοσης» που απουσίασε από τη δημόσια συζήτηση τις προηγούμενες μέρες.
Η Μιράντα Τερζοπούλου είναι ερευνήτρια του Κέντρου Έρευνας Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών και είχε συνεργαστεί με τη Δόμνα Σαμίου στην ερευνητική, συνθετική και συγγραφική -από κοινού με τον φιλόλογο Μ. Κοπιδάκη και τον εθνομουσικόλογο Λ. Λιάβα- υποστήριξη της έκδοσης Τα Αποκριάτικα Ιερά-Ανίερα, που εγκαινίαζαν μια σειρά τελετουργικών παραδοσιακών τραγουδιών από τον γιορταστικό κύκλο του χρόνου. Τα τραγούδια στον Κύκλο του Χρόνου είχαν βγει προ δεκαετίας και αποτελούνταν από δυο συλλογές, τα Αποκριάτικα Ιερά-Ανίερα και τα Πασχαλιάτικα-Του Θανάτου και της Ανάστασης. Οι συλλογές συνοδεύονταν από εκτενή κείμενα που περιέγραφαν και ερμήμευαν το παγανιστικό τελετουργικό πλαίσιο εντός του οποίου λέγονταν τα τραγούδια αυτά, τραγούδια συνδεδεμένα με συγκεκριμένες εποχές και τις γιορτές τους, με ρόλο ιερό μέσα στην παραδοσιακή αγροτική κοινωνία.
«Το τραγούδι ήταν μια παράμετρος και έκφραση της συνολικής πολιτισμικής δυναμικής που ανέπτυσσαν οι λαϊκές κοινότητες, οι οποίες αυτοορίζονταν με αυστηρούς μεν συνεκτικούς κανόνες αλλά και μεγάλα περιθώρια ανοχής και εκτόνωσης για τα μέλη τους, άρα και ελευθερίας για την αυτοσχέδια καλλιτεχνική δημιουργικότητα. Σήμερα, εκτός πλαισίου τα τραγούδια μπορεί να γίνουν ακατανόητα.»
«Το ενδιαφέρον είναι ότι την εποχή έκδοσης του δίσκου δεν είχε υπάρξει καμία αντίδραση. Ο δίσκος μάλιστα είχε παρουσιαστεί θεατροποιημένα, εν είδει λαϊκού γλεντιού -ήταν η ίδια λογική με την οποία είχε γίνει και η ηχογράφηση- από την ΕΤ 1 στην εκπομπή της Α. Παναγιωταρέα. Και είχε μεταδοθεί επί τρεις συνεχόμενες χρονιές. Το 2003, το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης ζήτησε να παρουσιάσει τα Αποκριάτικα με τον ίδιο πάντα θεατροποιημένο τρόπο. Το μαγνητοσκόπησε η ΕΤ3, το μετέδωσε την επόμενη χρονιά, το είδε ο ιεροψάλτης Ακρίδας, έφριξε, κοινοποίησε ένα γράμμα διαμαρτυρίας στον Καραμανλή, τον Στεφανόπουλο, τον Χριστόδουλο κ.ά., περίμενε απ’ ότι φαίνεται την απάντηση του Χριστόδουλου και κατόπιν αυτής έστειλε το θέμα στο «Πάλκο», κάνοντας ταυτοχρόνως τη μύνηση. Προς το παρόν δεν είναι γνωστό ποια ακριβώς είναι η κατηγορία εναντίον της Δόμνας Σαμίου...»
Η δημόσια συζήτηση που παρακολουθήσαμε την περασμένη βδομάδα στον Τύπο και η κυβερνητική τοποθέτηση για το θέμα επικαλέστηκε τις μακραίωνες ρίζες και τη σημασία της «παράδοσης». Κατά τη Μιράντα Τερζοπούλου εδώ ακριβώς είναι η ουσία: Τι σημαίνει παράδοση και λαϊκός πολιτισμός σήμερα; Γιατί μπορεί κάτι να τρομάξει κάποιους τόσο πολύ; Η μελέτη του λαϊκού πολιτισμού μας διδάσκει πώς οι αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες μπορούσαν να ισορροπούν ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο συλλογικό, στο τελετουργικό και το πολιτικό, στον κανόνα και την παράβαση ή ανατροπή του –όλα αυτά επέτρεπαν και την Αποκριά, την μεγαλύτερη συμβολική διαμαρτυρία και ανατροπή απέναντι στην κάθε εξουσία, ενταγμένη ωστόσο και συντελεστή της κοινωνικής ισορροπίας. Να όμως που σήμερα είναι αδύνατο να τα δούμε όλα αυτά, ακριβώς επειδή η παράδοση κι ο λαϊκός πολιτισμός χρησιμοποιήθηκαν πολύ επιλεκτικά.
Έχει καταλήξει ό,τι αποκαλούμε «παράδοση» σήμερα, να είναι ό,τι από το σύνολο του λαϊκού πολιτισμού χρησιμοποιήθηκε για τους λεγόμενους εθνικούς, ενοποιητικούς –άρα και αποκρυπτικούς– στόχους του κράτους, με κριτήρια επομένως άκρως συντηρητικά, που εξοβέλιζαν τη διαφορετικότητα των επιμέρους ομάδων αλλά και αποστείρωναν τον τρόπο έκφρασης των ενδοψυχικών αναγκών των ανθρώπων. Ο λαϊκός πολιτισμός έδινε δυνατότητες ύπαρξης σε πάρα πολλά στοιχεία, αντιθέτως σήμερα κυριαρχεί μια στενότητα, ένας ιδιότυπος φονταμενταλισμός, όπου το μεν κράτος λειτουργεί εθνικιστικά, οι κοινωνίες ξενοφοβικά και τα άτομα ψυχαναγκαστικά άρα και πουριτανικά. Τα στοιχεία που λέγεται σήμερα ότι συγκροτούν την παράδοση, έχοντας παρθεί επιλεκτικά, είναι σαν να στηρίζονται σε ξύλινα πόδια. Με αποτέλεσμα, και στην ελάχιστη επαφή με τα «ανατρεπτικά» στοιχεία, την ελεύθερη πλευρά του λαϊκού πολιτισμού οι ψυχικά επιρρεπείς προς τον φοβικό πουριτανισμό -αλλά δυστυχώς όχι αυτοί μόνο- να τρομάζουν και να αντιδρούν.
Ας δούμε τα επιχειρήματα με τα οποία υπερασπίστηκε ο καθείς το θέμα μας. Τι γράφτηκε; Ότι τα Αποκριάτικα είναι σπουδαία διότι είναι αρχαία και αποδεικνύουν πόσο αρχαίοι είμαστε και πόσο παλιά μέχρι τον Διόνυσο πάμε. Ότι είναι σπουδαία διότι σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης δείχνουν την ελληνική παράδοση και ταυτότητα. Ότι η Δόμνα Σαμίου είναι σεβάσμιο πρόσωπο. Η υπεράσπιση ήταν χρήσιμη και αναγκαία, όμως έλειψε ο πολιτικός λόγος για τη χρήση της παράδοσης και για το τι ονομάζουμε παράδοση. Ένα θέμα βαθιά ιδεολογικό και πολιτικό».
Πιστεύει ότι αυτό ως ένα βαθμό οφείλεται στο ότι ζώντας μέσα σε διαφορετικές πια κοινωνικές δομές, αδυνατούμε οι περισσότεροι να καταλάβουμε τον λαϊκό πολιτισμό;
«Ναι. Σήμερα απλά καταναλώνουμε «παραδοσικά προϊόντα»: ένα τραγουδάκι, ένα τσάμικο, μία φουστανέλα, ένα έθιμο, την καθ’ημάς Ανατολή. Θραύσματα αρχαιολογικά, κομματάκια ψυχής. Έχουμε εγκυκλοπαιδική γνώση για την παράδοση αλλά το όλο πράγμα είναι τοποθετημένο εντός πλαισίου «σκηνής». Το σημαντικότερο όμως νομίζω, είναι ότι δεν γνωρίζουμε, δεν θέλουμε να ξέρουμε τι σήμαινε αυτοδιαχειριζόμενη κοινωνία και κοινωνία παραγωγός πολιτισμού. Ο πολιτισμός συδέεται με την ιστορία γι αυτό και η λαογραφία παρέμεινε πάντα ανιστορική. Η συνολική εικόνα φοβίζει. Διότι τι έγινε με την παράδοση; Πετάξαμε ό,τι μας ενοχλούσε εθνικά, κοινωνικά, πολιτικά ή ψυχικά. Κι όπως το κράτος εξελληνίζει κι εκχριστιανίζει την λαϊκή παράδοση, έτσι κάνει κι ο κάθε κύριος Ακρίδας. Θέλει να ψεκάσει, να «καθαρίσει» τα ψυχικά του τοπία. Διότι ο λαϊκός πολιτισμός και τα συλλογικά καλλιτεχνικά δημιουργήματα άπτονται τόσο του κοινωνικού και πολιτικού, όσο και του ψυχικού κόσμου των ατόμων. Η ψυχαναλυτική διάσταση του καρναβαλιού είναι γνωστή. Όλα όσα φοβίζουν, βάζουν απαγορεύσεις, καταπιέζουν το άτομο, στο καρναβάλι εξωτερικεύονται κι εκφράζονται. Είναι μια τέλεια ψυχανάλυση: γαμώ τη θειά μου, τον παπά, τις εκκλησίες, χώνω τον φαλλό μου μέσ’ τη γη. Πράγματα που εξηγούν πολύ ωραία οι επιστήμονες ως γονιμικά και φυσιοκρατικά, που πάει να πει ταύτιση με τους νόμους της φύσης και της ψυχής μου αντί των νόμων της κοινωνίας».
Η Μιράντα Τερζοπούλου θυμάται πως στο Δημοτικό η δασκάλα τους μάθαινε το «Νά 'μουν νύ- νά 'μουν νύχτα στο γυαλό, ν’ ανάψω λύ- ν’ ανάψω λύχνο για να δω». Προχθές τα δελτία ειδήσεων μετέδιδαν το ίδιο τραγούδι με τη Σαμίου βάζοντας επάνω μπιμπ. Ουδέν σχόλιον... «Αντιπροσωπεύει αυτό τη σημερινή ελληνική κοινωνία και τα τρία εκατομμύρια υπογραφών του Χριστόδουλου για τις ταυτότητες; Υπάρχει μια διάχυτη νοοτροπία φόβου και πουριτανισμού που εξαπλώνεται όλο και περισσότερο. Σε μια εποχή όπου το λεγόμενο ξέκωλο κυριαρχεί παντού. Ή μήπως το ξέκωλο ως λιγότερο αυθόρμητο και δυναμικό στοιχείο και περισσότερο ελεγχόμενο προϊόν φοβίζει λιγότερο; Αυτό που εγώ πιστεύω πως τρομάζει είναι η πολυμορφία, η πολυφωνία και προπαντός η δυναμική της αυτοδιαχείρισης που υπανίσσονται τα Αποκριάτικα. Τα τραγούδια αυτά, που έχουν κι έναν νεκρολατρικό χαρακτήρα, δείχνουν και μια άλλη κοσμοαντίληψη, ένα άλλο μοντέλο ζωής. Μπροστά στον θάνατο είμαστε όλοι ίσοι, άρα κάθε εξουσία είναι υπό αμφισβήτηση, άρα όλος ο κόσμος μπορεί να αναποδογυρίσει. Αυτό φιλοσοφικά είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα. Αλλά τι περίεργη σύμπτωση: Στο καρναβάλι στόχος των διασκεδαστών είναι οι παπάδες, οι σεμνότυφοι, οι ανόητοι, οι σεξουαλικά πεινασμένοι, ο καδής/δικαστής. Τα ίδια πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στη δίωξη των Αποκριάτικων μέσω της Σαμίου σήμερα. Γι’ αυτό θα έλεγα ότι σωστά εθίγη ο κάθε κ. Ακρίδας, που δεν έχει θιγεί από τίποτα άλλο από όσα βλέπει γύρω του. Ακόμη κι αν ο ίδιος δεν ξέρει γιατί, το ένστικτο του σωστά τον οδήγησε. Το καρναβάλι είναι πράγματι ο αντίποδας της νοοτροπίας του, η τορπίλη της ψευτοηθικής, είναι η ανατροπή που τόσο φοβάται».