Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Το έργο της Δημοσιεύματα και συνεντεύξεις «Η θάλασσα δεν είναι μόνο για να την κολυμπάμε..»
«Η θάλασσα δεν είναι μόνο για να την κολυμπάμε..»
Συνέντευξη της Δόμνας Σαμίου και του Γιάννη Λύρα
Άννα Θεμελή, Περιοδικό, Δίφωνο, 01/08/2002
Κείμενο
(αποσπάσματα)
Αφορμή για αυτή τη συνέντευξη είναι η νέα δουλειά της Δόμνας Σαμίου, ένα διπλό CD αφιερωμένο στην Κυρά-θάλασσα, με 31 ως επί το πλείστον άγνωστα αριστουργήματα, από όλα τα μήκη και τα πλάτη του ελληνισμού. Η Δόμνα και η εξαιρετικής σπουδαιότητας δουλειά της στην καταγραφή και στη διάσωση της θαυμαστά πλούσια μουσικής μας παράδοσης είναι πασίγνωστες. Λιγότερο γνωστός ο κ. Γ. Λύρας, χωρίς τον οποίο δεν θα είχαμε αυτόν το εξαίρετο δίσκο, ο οποίος συμπυκνώνει τον τρόπο που τραγούδησε τη θάλασσα ο κατεξοχήν θαλασσινός -τουλάχιστον από τα χρόνια του Οδυσσέα- λαός μας. Ακούγοντας τον χορηγό να τραγουδάει μαζί με τη Δόμνα Να τα ταξιδέψω θέλω, πάλι κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ότι αυτός ο μερακλής είναι ο πρόεδρος της ένωσης εφοπλιστών, ένας νησιώτης, του οποίου η παραμονή στο Λονδίνο ενδυνάμωσε την ελληνικότητα.
Δεν είναι η πρώτη σας συνεργασία, έχουν προηγηθεί τα Αποκριάτικα.
Δ.Σ.: Μας σύστησε ο Αλέξανδρος Κέδρος, με σκοπό να συγχρηματοδοτήσει την έκδοση των Αποκριάτικων, όπως και έγινε. Πραγματικά όμως γνώρισα τον Γιάννη λίγο μετά την πρώτη επαφή μας, όταν τραγουδούσα στο λιμάνι της Ύδρας και σηκώθηκε και χόρεψε ένα συρτό με τρόπο που με άφησε άφωνη. Είχα πολλά χρόνια να δω άνδρα να χορεύει έτσι. Κοιτάζω καλύτερα και βλέπω πως είναι ο Λύρας.
Γ.Λ.: Εκεί ξεκίνησε μια βαθιά φιλία. Εγώ όμως τη Δόμνα την ήξερα πολύ πριν γνωριστούμε. Όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο στην Αγγλία, επί δικτατορίας, η αρχετυπική φωνή της Δόμνας Σαμίου ήταν για εμένα η Ελλάδα. Με συνέδεσε με την ελληνικότητά μου και το εύρος των διαφορετικών ακουσμάτων από όλες τις περιοχές της Ελλάδας -κάτι που συνειδητά φρόντιζε να παρουσιάζει σε κάθε δίσκο της η Δόμνα- με έκανε να προβληματιστώ πάνω στην ελληνική ταυτότητα. Ταυτοχρόνως, συμβόλιζε και την αντίσταση: η χούντα χρησιμοποιούσε με χείριστο τρόπο τη δημοτική μουσική· η Δόμνα ήταν η ακύρωση αυτής της καπηλείας.
Δ.Σ.: Ευχαριστώ! Χρωστάω τα πάντα στο δάσκαλο μου, τον Σίμωνα Καρά, δεν θα σταματήσω να το λέω.
Γ.Λ.: Οι εκδόσεις του Σίμωνα Καρά παραμένουν και σήμερα το μέτρο, διότι, παρόλο που ο ίδιος έπαιζε πολλά όργανα, ήταν ψάλτης και φυσικά τραγουδιστής, ηχογράφησε τους ανθρώπους στα μέρη τους, εκεί όπου η τέχνη ήταν ακόμη ζωντανή μέρος του κύκλου της ζωής, και όχι αντικείμενο διασκέδασης και κατανάλωσης.
Δ.Σ.: Όταν οι άνθρωποι έφτιαχναν αυθόρμητα αυτά τα τραγούδια, δεν είχε κανείς στο μυαλό του να βγάλει λεφτά. Τι λεφτά να βγάλουν τότε δεν υπήρχε ρεύμα! Τραγουδούσε ένας σε ένα πανηγύρι ένα τραγούδι, κάποιος έβαζε μια λέξη, κάποιος έβγαζε μια άλλη, έπαιρνε μορφή, το αποδεχόταν η κοινωνία, καθιερωνόταν και έκτοτε τραγουδιέται.
Γ.Λ.: Και οι μουσικοί δεν ήταν επαγγελματίες. Άλλη ήταν η δουλειά τους: τσαγκάρηδες, ψαράδες, έπαιζαν και όργανα για το κέφι τους.
[...]
Τη μακάρια βασίλισσα με τα κυανά πέπλα, μητέρα της Αφροδίτης και των ερεβενών νεφών, που ευφραίνεται από τα πλοία, καλεί ο ορφικός ύμνος στη θάλασσα, ούριο άνεμο να στείλει.
«Κυανόπεπλον άνασσαν, εύτροχα κυμαίνουσαν [...]
Ναυσίν αγαλλομένη, θηροτρόφε, υγροκέλευθε
μήτηρ μεν Κύπριδος, μήτηρ νεφέων ερεβενών
ευθυδρόμοις ούρον ναυσίν πέμπουσα, μάκαιρα».
Από πάντα, η θάλασσα ήταν συνδεδεμένη με τα καράβια και τα σύννεφα του έρωτα που περιέχουν «την άφωνη σκοτεινιά των βυθών», το έρεβος. Στα τραγούδια, η θάλασσα φαίνεται αναπόσπαστα δεμένη με το καράβι και, κατ' επέκταση, το ταξίδι, αλλά και το δίπολο έρως-θάνατος.
Δ.Σ.: Μα τα μισά τραγούδια του δίσκου είναι αμέσως ή εμμέσως ερωτικά.
Γ.Λ.: Από τους πρώτους στη Δύση που ασχολήθηκαν με τα δημοτικά μας τραγούδια ήταν ο Γκαίτε, που μαγεύτηκε από την υπερβατική ποίησή τους. Πολλές φορές στα τσακίσματα κρύβονται έννοιες φαινομενικά άσχετες με το θέμα...
Και προσωπικά μηνύματα, με συγκεκριμένο αποδέκτη, ως επί το πλείστον ερωτικά.
Δ.Σ.: Το σφουγγαράδικο Ο μισεμός είναι καημός απευθύνεται ονομαστικά σε μια Μαρία, το Μαρούλι, όπως λένε στην Κάλυμνο.
Γ.Λ.: Πολλά τραγούδια έχουν έναν τελευταίο στίχο, που συνήθως δεν τραγουδιέται, γιατί αντιφάσκει με τους προηγούμενους -σε αυτόν όμως το στίχο είναι που γίνεται, διά της ανατροπής, η υπέρβαση και φωτίζεται όλο το τραγούδι.
Δ.Σ.: Η θάλασσα δεν είναι και φυγή;
Γ.Λ.: Και απόδραση και αναζήτηση του ιδανικού. Η θάλασσα συμβολίζει το ασυνείδητο, είναι το πέρασμα, το μυστήριο, αυτό που χωρίζει και αυτό που ενώνει, έχει όλες τις διαστάσεις: την τρικυμία, τον κίνδυνο και το θάνατο, τη γαλήνη, το κάλλος και τη ζωή. Είναι μια δύναμη -όπως και ο έρωτας- απρόβλεπτη, παράλογη και ζωτική. Με το πλοίο ταξιδεύεις τη θάλασσα, που συμβολίζει τον έρωτα και τη ζωή, το ταξίδι έχει μεταφυσική χροιά, η θάλασσα και το πλοίο είναι σύμβολα ερωτικά, με την ευρύτερη έννοια της αναζήτησης του ιδανικού· γιατί, τι άλλο είναι ο έρωτας αν όχι η αναζήτηση του ιδανικού;
Δ.Σ.: Ο λαός μας λέει «πυρ, γυνή και θάλασσα« [ομαδικά γέλια]. Στα τραγούδια μιλάει αυτός που φεύγει αλλά πολλές φορές τραγουδάει και αυτός που είναι στη στεριά και προσμένει.
Γ.Λ.: Η θάλασσα είναι το ρευστό και μπορεί ανά πάσα στιγμή κάτι να φέρει. Αυτός που είναι στη στεριά και αγναντεύει το πέλαγος βλέπει ένα δρόμο προς το μυστήριο, το άγνωστο, το ιδανικό και συγχρόνως έχει την αίσθηση ότι η θάλασσα μπορεί να του τα γυρίσει πίσω.
Κάθε φορά στις συναυλίες, μερακλωμένοι ακροατές φωνάζουν: «Χίλια χρόνια να ζήσεις!». Το εύχομαι εκ βάθους καρδίας. Τι θα γίνει όμως σε 927 χρόνια όλο αυτό το υλικό που έχετε αποθησαυρίσει, όταν δεν θα είσαστε εδώ να το διδάσκετε στους επόμενους;
Δ.Σ.: Αυτό με στενοχωρεί, με τα χρόνια νιώθω τις δυνάμεις μου να λιγοστεύουν και δεν πρόλαβα να κάνω όσα θα έπρεπε. Η μόνη αλήθεια που ξέρουμε είναι πως όλοι κάποτε φεύγουμε.
Το μόνο σίγουρο σε αυτή τη ζωή είναι ο θάνατος.
Δ.Σ.: Όπως όλοι, θα πάω κι εγώ. Τόσοι αιώνες πίσω μας, πόσοι και πόσοι φύγανε... Τι Σωκράτηδες, τι βασιλιάδες.,. Έτσι λέω, ό,τι γίνει, γίνει. Μαζί με τους άλλους, κι εγώ. Αν υπάρχουν κάπου, μαζί τους θα υπάρχω κι εγώ· αν είναι αέρας, αέρας θα γίνω κι εγώ.
Στη συνέντευξη τύπου, κάποιος γραφικός υπαινίχθηκε ότι βγάζετε δισεκατομμύρια από τον Καλλιτεχνικό Σύλλογο Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου, τα οποία προφανώς φυγαδεύετε στην Ελβετία για τα παιδιά των παιδιών που δεν έχετε. Πέρα από την πλάκα, τι γίνεται με τα οικονομικά τού συλλόγου; Υλικό έχετε άφθονο, γιατί δεν βγάζετε περισσότερους δίσκους;
Δ. Σ.: Δεν έχω παιδιά, αλλά νιώθω παιδιά μου όλου του κόσμου τα παιδιά. Ό,τι κάνω, γι' αυτά είναι. Να πάρουν τα τραγούδια των παππούδων μας και να τα αφήσουν στα εγγόνια τους. Μακάρι να μπορούσα να κάνω περισσότερους δίσκους, όμως τα έξοδα μιας τέτοιας παραγωγής ξεπερνούν τις δυνάμεις του συλλόγου. Πάνω από 20.000.000 στοίχισε η Κυρά Θάλασσα.
Να μου επιτραπεί να θυμίσω πως στο σύλλογο προσφέρεις τις υπηρεσίες σου εθελοντικά, ενώ, αν έκανες την ίδια δουλειά για μια δισκογραφική εταιρεία, θα αμειβόσουν πλουσιοπάροχα.
Γ.Λ.: Η Δόμνα, ως μη όφειλε, υποχρεούται να στηρίζεται σε ιδιώτες χορηγούς, καθώς η πολιτεία μας διαθέτει πολύ περίεργη αντίληψη ως προς τι προάγει και αναδεικνύει την εθνική μας ταυτότητα, άρα και τι θα χρησιμεύσει στο μέλλον για να θυμούνται τα ελληνόπουλα αυτά που πρέπει να θυμούνται· διότι ως γνωστόν...
Ένας λαός που δεν θυμάται την ιστορία του, δεν έχει μέλλον.
Γ.Λ.: Ακριβώς, και αυτό δεν αφορά μόνο την ιστορία αλλά και την ίδια την πολιτισμική μας ταυτότητα.
Αυτό σας ώθησε στη χορηγία;
Γ.Λ.: Οι λόγοι ήταν και προσωπικοί και συλλογικοί. Είναι μια προσφορά στους προγόνους μου· η οικογένειά μου ήταν, όσο ξέρουμε, ναυτική και είχα την τύχη να ζήσω σαν παιδί την κοινωνία της Αιγνούσας όταν ήταν ακόμη ζώσα και συμπαγής. Μπορεί να μέναμε στο Λονδίνο, αλλά κάθε καλοκαίρι το περνούσαμε στο νησί και γινόμασταν ένα με τη ζωή του τόπου.
Εξ ου και οι συρτοί και το τραγούδι! Και οι συλλογικοί;
Γ.Λ.: Τείνουν να βυθιστούν στη λήθη η ουσία και η λειτουργία της δημοτικής μας μουσικής. Το ίδιο ισχύει, όσο και αν ακούγεται περίεργο, για τη ναυτική μας παράδοση. Σήμερα, όχι απλώς δεν υπάρχει ενθάρρυνση, αλλά υπάρχει απαξίωση του ναυτιλιακού επαγγέλματος. O νέος, γνωρίζοντας ότι οι αποδοχές είναι πολύ σημαντικές και ότι συμμετέχει σε μια δραστηριότητα που τιμά την χώρα, προτιμά να στραφεί στον τουρισμό. Είναι τα πρότυπα που λέγαμε πριν, η ζωή του μπάρμαν θεωρείται πιο λαμπερή από του καπετάνιου.
Δ.Σ.: Η θάλασσα είναι μια ανοιχτή πόρτα για επικοινωνία, πολιτισμό, εμπόριο. Για εμένα είναι και τείχος που προστατεύει τη χώρα. Άλλωστε, η ναυτιλία είναι ο μόνος τομέας όπου η πρωτιά μας έχει διεθνώς αναγνωριστεί!
Γ.Λ.: Από συστάσεως νεοελληνικού κράτους! Η σκοπιμότητα, η συλλογική λοιπόν, είναι αφενός να σωθούν αυτά τα αριστουργήματα, το ήθος και το ύφος τους, που τόσο απειλούνται από τις πολυεθνικές δισκογραφικές, αλλά και να αφυπνιστεί η θαλασσινή συνείδηση. Η σχέση μας με τη θάλασσα είναι πλέον κυριολεκτικά επιδερμική· όμως η θάλασσα δεν είναι μόνο για να κολυμπάμε το καλοκαίρι.
Άσκηση μνήμης για τη Δόμνα και όσους δούλεψαν μαζί της, παρακαταθήκη για εμάς.
Γ.Λ.: Δεν περιμένουμε ότι με ένα δίσκο θα ανατραπεί η κατάσταση, αλλά, όπως έχει πει και ο Χ. Φον Κάραγιαν: «Υπάρχουν ορισμένα πράγματα που δεν μπορούμε να τα πούμε ή να τα εκφράσουμε αλλιώς, παρά μονάχα τραγουδώντας».
Αλήθεια, δεν έχετε καμία υποστήριξη από το ελληνικό κράτος;
Δ.Σ.: Δημιούργησα το σύλλογο μήπως τύχω κάποιας βοήθειας. Στην αρχή, το υπουργείο Πολιτισμού μάς έδινε 250.000 δρχ. το χρόνο. Επί υπουργίας Μικρούτσικου πήγα την αίτηση και ο υπάλληλος μου είπε: «Χρήματα δεν υπάρχουν». Έφυγα και δεν ξαναπάτησα.
Κοτζάμ υπουργείο Πολιτισμού δεν είχε 250.000 δρχ.;
Δ.Σ.: Με είχε καλέσει τότε ο Γιώργος Παπαδάκης στον Αντένα και μου έθεσε την ίδια ερώτηση. Λίγο μετά, είχε στην εκπομπή του τον Θ. Μικρούτσικο και τον ρώτησε: «Αληθεύει ότι δεν έχετε χρήματα για την κυρία Σαμίου;». Η απάντησή του ήταν: «Υπάρχουν προτεραιότητες».
Γ.Λ.: Είναι θλιβερό, η Δόμνα να μη συμπεριλαμβάνεται στις προτεραιότητες του ΥΠΠΟ, αλλά χαίρομαι που μου δίνεται η ευκαιρία να είμαι εγώ ο χορηγός σε αυτή τη δουλειά.
Καλοτάξιδο! Δεν θα μπορούσα να κλείσω παρά με μια ευχή. Τη διατύπωσε, αντί για εμένα, ο Γιάννης Λύρας στο σημείωμά του στο δίσκο: «Παλαιότερα, ό,τι μαθαίναμε και αποτυπωνόταν ανεξίτηλα στη μνήμη μας λέγαμε ότι το γνωρίζουμε από στήθους, εκεί δηλαδή όπου σκέφτεται η καρδιά μας. Είθε οι επερχόμενες γενιές των ελληνόπουλων να αποστηθίσουν τα τραγούδια αυτά».
Δίσκοι
Πολυμέσα
Εικόνες

«Η θάλασσα δεν είναι μόνο για να την κολυμπάμε..»
Άννα Θεμελή , Περιοδικό , Δίφωνο , 1 Αυγούστου 2002