Βρίσκεστε στο: Κεντρική σελίδα Το έργο της Δισκογραφία Ξενιτεμένο μου πουλί

Ξενιτεμένο μου πουλί

Περιεχόμενα
Πρώτη παραγωγή του Κρατικού Ιδρύματος Συναυλιών Rikskonserter με καλλιτέχνες που δεν ήσαν Σουηδοί. Διαλέχτηκε η Δόμνα Σαμίου για την πολύτιμη προσφορά της στο χώρο της ελληνικής δημοτικής μουσικής και ο δίσκος ήρθε ως συνέχεια της μεγάλης περιοδείας της στη Σουηδία το καλοκαίρι του 1979. Προοριζόταν να διανεμηθεί στα σχολεία της Σουηδίας και στόχος του ήταν η πλατιά πληροφόρηση του ξένου ακροατή πάνω στον ελληνικό πολιτισμό και τη δημοτική μουσική. Συνοδευόταν από πολυσέλιδο τρίγλωσσο ένθετο.
Πλευρά Α
-
1. Ας πα να δουν τα μάτια μου
-
2. Βασιλικός θα γίνω
-
3. Σόλο φλογέρα
-
4. Ο αντρειωμένος
-
5. Ξενιτεμένο μου πουλί
-
6. Τσάμικος
-
7. Τι 'θελα και σ' αγαπούσα
-
8. Χασαποσέρβικος
Πλευρά Β
-
1. Αντά ’μαν παλικάρι
-
2. Μάης
-
3. Σόλο βιολί
-
4. Απ' τα κάγκελα θα πέσω
-
5. Καλέ, δε με λυπάσαι
-
6. Κοντυλιές
-
7. Σαμαρίνα
-
8. Η τράτα μας η κουρελού
- Παραγωγή: Caprice
- Έτος έκδοσης: 1980
- Τύπος: LP
- Χώρα παραγωγής: Σουηδία
- IBN: CAP 1191
Kείμενα
Μια καθαρά προχριστιανική γιορτή γίνεται κάθε χρόνο στη Σκύρο στις απόκριες. Τις μέρες αυτές οι άντρες του χωριού, χωρισμένοι σε τρεις ομάδες, τους Γέρους, τις Κοπέλες και τους Φράγκους, χορεύουν έναν ξέφρενο χορό στους ήχους ενός εξαιρετικά αργού και μετρικά ελεύθερου τραγουδιού. Οι Γέροι είναι μεταμφιεσμένοι σε τράγους και έχουν κυπριά κρεμασμένα στις ζώνες τους. Οι Κοπέλες είναι ντυμένοι γυναίκες. Οι Φράγκοι φορούν ότι τύχει και κρύβουν το πρόσωπο τους μ' ένα μαντήλι ή με δέρμα τράγου ή αρνιού. Οι Σκυριανοί δεν μπορούν να εξηγήσουν την προέλευση του εθίμου τους, άλλα εμείς ξέρουμε ότι ταυτίζεται με προϊστορικές μαγικές ιεροτελεστίες που γινόντουσαν άλλοτε κάθε χρόνο στην αρχή του χειμώνα για να αποδιωχθεί το πνεύμα του κακού και να έρθει μια καλή σοδειά.
Εκτός από τα τραγούδια της καθημερινής ζωής, οι χωρικοί μας έχουν έναν πλούσιο θησαυρό από μπαλάντες που υμνούν τα κατορθώματα των Ακριτών, Βυζαντινών ηρώων του 9ου αι. που πολεμούσαν εναντίον των Αράβων στα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας, τις λεγόμενες άκρες, και των γνωστών πολεμιστών της νεώτερης μας ιστορίας.
Στα δημοτικά μας τραγούδια υπάγονται και οι λεγόμενες παραλογές καθώς και τα δίστιχα. Οι παραλογές είναι έμμετρες περιλήψεις παλιών θρύλων και παραδόσεών μας. O Κριματισμένος, το Γεφύρι της Άρτας και το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού είναι ίσως τα πιο γνωστά παραδείγματα παραλογών. Τα δίστιχα τραγουδιούνται σε πολλές περιστάσεις και καλύπτουν μεγάλη ποικιλία θεμάτων. Μάλιστα στην Κρήτη, τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο δύο ή περισσότεροι τραγουδιστές ανταλλάσσουν συχνά αυτοσχέδια δίστιχα δηκτικού περιεχομένου που λέγονται τσατίσματα με σκοπό την ανάδειξη του ευφυέστερου και πιο ετοιμόλογου στιχοπλόκου. Οι ποιητικοί αυτοί αγώνες γίνονται μπροστά σε ακροατήριο και τέλος ο νικητής βραβεύεται από την κριτική επιτροπή
Πολλά δημοτικά μας τραγούδια είναι χορευτικά. Φυσικά όμως υπάρχουν και πολλά που δεν χορεύονται.(π.χ. κάλαντα, νανουρίσματα, μοιρολόγια) και πρώτα μεταξύ αυτών είναι τα λεγόμενα καθιστικά τραγούδια ή της τάβλας ή του τραπεζιού που τραγουδιούνται την ώρα που οι προσκαλεσμένοι σε συμπόσιο, κάθονται γύρω απ' το τραπέζι. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα κλέφτικα της ηπειρωτικής Ελλάδος, αν και υπάρχουν πολλά χορευτικά κλέφτικα, τα ριζίτικα της Δ. Κρήτης, οι μαντινάδες των νησιών και οι αμανέδες, παραπονιάρικα τραγούδια ημιαστικής προελεύσεως, που τραγουδιούνται κυρίως στα νησιά και τα παράλια, σε πόλεις και χωριά. Γενικά τα τραγούδια που δεν χορεύονται έχουν αργή ρυθμική αγωγή, μακρόσυρτες μελωδίες και απόλυτη ρυθμική ελευθερία.
Το μουσικό ύφος των δημοτικών μας τραγουδιών ποικίλλει από τόπο σε τόπο. Ωστόσο οι τοπικές διαφορές δεν είναι πάντα και πολύ μεγάλες, ενώ καμιά φορά βρίσκουμε μέσα σε μια περιοχή ριζικά διαφορετικά ύφη. Το τελευταίο συμβαίνει στη Κρήτη, όπου τα βουνήσια τραγούδια των Ν. Ρεθύμνου και Χανιών διαφέρουν σε πολλά και ουσιαστικά σημεία από τα τραγούδια του υπόλοιπου νησιού.
Η μουσική των Ελλήνων του Πόντου, που τώρα καλλιεργείται κυρίως στην ελληνική Μακεδονία, όπου εγκαταστάθηκαν οι Πόντιοι μας μετά την ανταλλαγή των μειονοτήτων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας το 1923, συνοδεύεται από ένα τρίχορδο μικρό βιολί με μακρόστενο ηχείο που λέγεται ποντιακή λύρα ή κεμεντζές. Κρατιέται κατακόρυφα πάνω στο γόνατο και παίζει σε παράλληλες τέταρτες, σύνθετα μέτρα όπως 9/8 (2 + 2 + 2 + 2 + 3/8) και 5/8 σε πολύ γρήγορο ρυθμό.
Η μουσική της Ηπείρου έχει συνήθως αργό ρυθμό και ραψωδιακό χαρακτήρα. Στηρίζεται στην πεντάτονη κλίμακα χωρίς ημιτόνια κι έχει συχνά μεγάλα πηδήματα στην πρόοδο της μελωδίας, ασύμμετρα μέτρα όπως 3 + 2 + 3/8 (το μέτρο αυτό παρατηρείται πολύ και στη Μακεδονία) και αφθονία από «γκλισάντι« (το «γκλισάντο» είναι η εντύπωση της ολισθήσεως που παράγεται όταν παίζονται σε γρήγορη διαδοχή παρακείμενες νότες). Το πιο δημοφιλές όργανο της περιοχής είναι το κλαρίνο που συνηθίζει να παίζει στην χαμηλή περιοχή του σε συνδυασμό με το βιολί και το λαγούτο. Το κλαρίνο μπήκε στη δημοτική μας μουσική στις αρχές του 19ου αι. και σιγάσιγά αντικαθιστά την πίπιζα, την καραμούζα και τον ζουρνά, όργανα με διπλές γλωσσίδες, που έχουν μακρινή συγγένεια με τον αρχαίο αυλό και το νεώτερο όμποε.
Ένα εξαιρετικό ενδιαφέρον είδος μουσικής καλλιεργείται στο βορειότατο άκρο της Ηπείρου, ιδίως στην περιοχή Παγωνιού. Εδώ μικρές χορωδίες από τέσσερα ως οκτώ μέλη τραγουδούν τρίφωνα ή τετράφωνα πολυφωνικά τραγούδια στα όποια δεσπόζουν συγχορδίες με διαστήματα δεύτερης και τέταρτης. Το είδος αυτό της μουσικής που παρουσιάζεται και στην Αλβανία, μελετήθηκε για πρώτη φορά από τον μουσικολόγο μας Σπ. Περιστέρη σε μια πολύ ενδιαφέρουσα εργασία του που δημοσιεύτηκε το 1958.
Η μουσική της υπόλοιπης ηπειρωτικής Ελλάδος και της Πελοποννήσου έχει ένα σχετικά ενιαίο ύφος, που τα κυριότερα χαρακτηριστικά του είναι τα μέτρα 7/8, 3/4 και 2/4 και η χρήση της επτατονικής κλίμακας σε διάφορες διατονικές, χρωματικές ή μεικτές μορφές, αλλά ποτέ στον ελάσσονα τρόπο (μινόρε). Τα βασικά όργανα είναι τα ίδια όπως και στην Ήπειρο, αλλά το κλαρίνο έχει την τάση να παίζει ψηλότερες νότες.
Στα νησιά η μουσική είναι λεπτή κι ανάλαφρη και οι χορευτικοί ρυθμοί βασίζονται σε σύντομες συνεχώς επαναλαμβανόμενες μουσικές φράσεις, ενώ στην Δ. Κρήτη είναι μεγαλειώδης και ηρωική, επειδή η περιοχή για πολλούς αιώνες ήταν επίκεντρο σκληρών αγώνων μεταξύ των ντόπιων και των ξένων κατακτητών τους. Τα όργανα των νησιών είναι το βιολί, η τσαμπούνα (ασκί με 2 σωλήνες), η λύρα (που σιγά σιγά αντικαθίσταται από το βιολί), το λαγούτο, το σαντούρι και το κανονάκι. Η λύρα είναι ένα μικρό βιολί σαν τον κεμεντζέ με απιδόμορφο ηχείο.
Το κλαρίνο δεν συνηθίζεται στα νησιά τόσο, όσο στη χερσαία Ελλάδα, το βρίσκομε όμως αρκετά συχνά ιδίως στο Β. Αιγαίο (Σκύρος Σκόπελος, Μυτιλήνη). Η τσαμπούνα ονομάζεται και ασκομπαντούρα (Κρήτη) και χρησιμοποιείται και στη Θράκη όπου έχει τρεις αντί δύο σωλήνες κι ονομάζεται γκάιντα.
Οι λαϊκές μας ορχήστρες αποτελούνται πάντοτε από λίγα όργανα και ανάλογα με τη σύνθεσή τους ονομάζονται «ζυγιές« (βιολί και λαούτο ή δύο πίπιζες και νταούλι) ή κουμπανίες (βιολί ένα ή δύο κλαρίνα, λαούτο, σαντούρι ή κανονάκι και ίσως κανένα κρουστό). Τα συγκροτήματα αυτά συμμετέχουν κυρίως στην εκτέλεση τραγουδιών. Ωστόσο αρκετά συχνά παίζουν μόνα τους καθαρά οργανικούς σκοπούς, άλλοτε χορευτικούς κι άλλοτε λυρικούς. Η οργανική μουσική είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη στην Ήπειρο. Τα ηπειρώτικα οργανικά «μοιρολόγια» (λυπητεροί λυρικοί σκοποί που παίζονται σε γάμους και συμπόσια) και οι ηπειρώτικοι «Σκάροι» (σκοποί για σόλο κλαρίνο ή φλογέρα που παίζονται την ώρα της νυκτερινής βοσκής των κοπαδιών) έχουν μια απαράμιλλη μαγεία και γοητεία και μπορούν κάλλιστα να συγκριθούν σε ομορφιά με τα θαυμάσια «ταξίμια» των Τούρκων και Αράβων και τα «ράγκας» των Ινδών.
Οι ελληνικοί χοροί διακρίνονται σε χορούς του ενός χορευτή (ζεϊμπέκικος), αντικριστούς (μπάλλος, καρσιλαμάς) και ομαδικούς. Οι ομαδικοί πάλι διακρίνονται σε πηδηχτούς, που ξεχωρίζουν για την λεβεντιά τους και τον αντρίκιο τους χαρακτήρα και χορεύονται προπάντων από άντρες, και τους συρτούς, που είναι σεμνότεροι, γεμάτοι λυρισμό και χάρη και χορεύονται κι από γυναίκες. Αντιπροσωπευτικός πηδηχτός είναι ό κλέφτικος που λέγεται και τσάμικος, και από τους συρτούς ο καλαματιανός και οι δυό είναι γνωστοί σ' όλη την Ελλάδα. Παράλληλα έχουν μεγάλη διάδοση και οι τοπικοί χοροί, που άλλοτε έχουν το όνομα του τόπου προελεύσεώς τους (Τσακώνικος), άλλοτε της ομάδος των ανθρώπων που τους ξεκίνησαν (Χασάπικος), άλλοτε του τραγουδιού ή του εθίμου με το όποιο συνδέονται (Μενούσης), άλλοτε της εποχής που χορεύονται (Άη Βασίλης, Πασχαλινός), άλλοτε κάποιου στοιχείου που χαρακτηρίζει το βηματισμό τους ή την κίνηση ή τον τρόπο πιασίματος των χορευτών (Ζερβός, Σούστα, Σταυρωτός), κι άλλοτε του ιστορικού ή φανταστικού γεγονότος ή της πράξης η εργασίας που περιγράφουν (Ζάλογγος, Καμάρα, Τράτα).
Και τώρα λίγα γύρω από το ακανθώδες πρόβλημα της προελεύσεως της δημοτικής μας μουσικής. Πρόσφατες συγκριτικές έρευνες έχουν δείξει ότι το αρχαιότερο στρώμα της δημοτικής μας μουσικής συγγενεύει με τα αρχαιότερα στρώματα των λαϊκών μουσικών παραδόσεων των περισσότερων μεσογειακών λαών. Κι επειδή η γένεση των στρωμάτων αυτών ανάγεται στην προχριστιανική εποχή, γι' αυτό στα σημερινά δημοτικά μας τραγούδια ασφαλώς θα υπάρχουν αρχαία ελληνικά στοιχεία. Τα στοιχεία αυτά θα κατάγονται όχι τόσο από τη μουσική που παιζόταν στα αρχαία ελληνικά θέατρα ή τους Πανελλήνιους Αγώνες, όσο από τα απλά χωριάτικα τραγούδια της εποχής, που ακριβώς επειδή εκφράζουν τα συναισθήματα ανθρώπων που δεν παρακολουθούσαν τα ευμετάβλητα καλλιτεχνικά ρεύματα των πόλεων, μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά χωρίς αξιόλογες αλλαγές. Φυσικά, αφού η αρχαία ελληνική μουσική πρέπει να έχει παίξει κάποιο ρόλο στη διαμόρφωση της σημερινής δημοτικής μας μουσικής, κατά μείζονα λόγο θα πρέπει να έπαιξαν ρόλο η βυζαντινή μουσική καθώς και οι μουσικές των λαών με τους όποιους ήρθαμε σε μεγάλη επαφή από την αρχαιότητα ως σήμερα.
Το ακόλουθο απόσπασμα από το βιβλίο «Δημοτικά της Μαντινείας» του Σωτήρη Τσιάνη δίνει ένα κατάλληλο τέλος σ' αυτήν την σύντομη εισαγωγή: «Εξετάζοντας την δημοτική μουσική της Ελλάδος δεν θα παραλείψει κανείς ν' αναγνωρίσει την πρωταρχική θέση που κατέχει η μουσική αυτή στα χωριά. Με την απλή και απέριττη μέθοδο της να εκφράζει αγάπη, πατριωτισμό, φυσικά φαινόμενα, χαρά ή βαθειά λύπη, η δημοτική μουσική είναι ένας στενός σύντροφος της ζωής του χωρικού. Όπως ένας αγρότης τόσο σωστά διατύπωσε: «Τα τραγούδια, σαν ο ήλιος, είναι η ζωή μας».
Μάρκος Φ. Δραγούμης (1980)
Την λέξη συρτός βρίσκουμε για πρώτη φορά σε επιγραφή του 1ου μ.Χ. αιώνα στη Βοιωτία, στο ιερό του Πτώου Απόλλωνα. («... την των συρτών πάτριων όρχησιν θεοσεβώς επετέλεσε»). Η επιγραφή μαρτυρεί, ότι συρτός είναι η ονομασία ενός πατροπαράδοτου χορού.
Οι συρτοί χορεύονται σε όλη την Ελλάδα και έχουμε συρτούς στα δύο και συρτούς στα τρία. Οι συρτοί στα δύο χορεύονται γρήγορα κι έχουν δώδεκα βήματα. Οι συρτοί στα τρία χορεύονται με αργή ρυθμική αγωγή, έχουν τρία βήματα πατητά εμπρός κι ένα στον αέρα και δύο πίσω. Οι νησιώτικοι συρτοί είναι χαρωποί, ζωηροί, ενώ οι στεριανοί λίγο αργοί, βαρείς και αρρενωποί.
Στους πηδηχτούς χορούς θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τον τσάμικο (Ν.Δ. Ελλάδα) και τον πεντοζάλη (Κρήτη) που χορεύονταν παλιότερα κυρίως από άντρες μια και θεωρούνται πολεμικοί χοροί. Από μαρτυρίες ξέρουμε ότι οι Κρητικοί χόρευαν ένοπλοι.
Οι περισσότεροι χοροί είναι ομαδικοί και οι χορευτές κρατιούνται από τα χέρια σε ορισμένους όμως κρατιούνται από τους ώμους ή και από τα ζωνάρια.
Υπάρχουν χοροί που χορεύονται κατά ζεύγη, αντικρυστά. Τέτοιοι είναι οι νησιώτικοι μπάλοι σε 4 χρόνους, ή οι «αντικρυστοί« σε 9 χρόνους συνήθως.
Υπάρχουν όμως και χοροί που χορεύονται από ένα χορευτή μοναχό, όπως ο χορός «δρεπάνι» που μιμείται τις κινήσεις του θεριστή, ο χορός «τατσά« και ο ζεϊμπέκικος.
Ανάλογα με την περίσταση που χορεύονται έχουμε χορούς τελετουργικούς, όπως π.χ. οι αναστενάρικοι χοροί. Χορεύονται στις 20 και 21 Μαΐου, παραμονή και ανήμερα της γιορτής των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης.
Υπάρχουν χοροί των Απόκρεω, όπως το γαϊτανάκι (Θήβα, Ρόδος), ο χορός της μπούλας (Νάουσα, ΒΔ Ελλάδα) και ο κωμικός χορός Πώς το τρίβουν το πιπέρι που χορεύονται σε πολλά μέρη της Ελλάδας.
Υπάρχουν επίσης χοροί μιμητικοί π.χ. στο χορό της τράτας στα Μέγαρα οι χορευτές με τις κινήσεις τους μιμούνται το τράβηγμα των διχτυών της τράτας. Στο λαϊσιο (Θράκη) πάλι, δύο από τους χορευτές μιμούνται τον λαγό και τον κυνηγό.
Μέχρι τις μέρες μας έφτασαν και, διάφοροι λαβυρινθικοί χοροί, όπως ο τσακώνικος (Κυνουρία Πελοπόννησος), ο καγκελευτός (Ιερισσός Μακεδονία), ο ταπεινός (Θράκη), ο κοτσαγκέλ (Πόντος) που με τους ελιγμούς και τα ρυθμικά τους γυρίσματα αναπαριστούν ίσως την πορεία του Θησέα στο λαβύρινθο της Κρήτης.
Οι νέοι που χορεύουν είναι πιασμένοι με τα χέρια τους σφιχτοδεμένα (αγκαζέ). Τον χορό ανοίγει και κλείνει ένας άντρας. Ο ίδιος αυτός τύπος χορού αναφέρεται σαν «γέρανος» από τον Πλούταρχο (1ος αιώνας μ.Χ.), τον Λουκιανό (2ος μ.Χ. αιώνας) και τον Ευστάθιο (12ος μ.Χ. αιώνας).
Ενδιαφέρον είναι, ότι λαβύρινθοι φτιαγμένοι από πέτρες βαλμένες τη μια κοντά στην άλλη υπάρχουν και στις ακροθαλασσιές της βορεινής Ευρώπης. Κι είναι σχεδόν βέβαιο, ότι είναι κι αυτοί τόποι χορού, όπως μαρτυρούν κάποια τους ονόματα: Steintanz Jungfrudans. Σκοπός των χορευτών είναι να φτάσουν την κόρη που βρίσκεται στη μέση ενός τέτοιου λαβύρινθου. Είναι ζήτημα θεωρίας τώρα, αν οι λαβύρινθοι αυτοί ήρθαν από τη Μεσόγειο ή, αν κύματα του ίδιου πληθυσμού τους έφεραν ανεξάρτητα τόσο στη Μεσόγειο όσο και στη βορεινή Ευρώπη.
Τους χορούς συνοδεύουν κυρίως διάφορα λαϊκά όργανα κι όταν δεν υπάρχουν αυτά, το τραγούδι και τα παλαμάκια.
Μερικοί συνδυασμοί οργάνων είναι χαρακτηριστικοί ορισμένων περιοχών π.χ. η λύρα και το μεγάλο ντέφι για τη Μακεδονία και η λύρα και το λαούτο για την Κρήτη. Πανελλήνια γνωστά συγκροτήματα είναι η ζυγιά (ζευγάρι δηλ. δύο όργανα) βιολί-λαούτο για τα νησιά, ζουρνάς-νταούλι για την ηπειρωτική Ελλάδα και η κομπανία (από το ιταλικό compagnia: συντροφιά, παρέα) κλαρίνο-βιολί-λαούτο και σαντούρι.
Η ζυγιά ζουρνάς-νταούλι ή πίπιζα-νταούλι εξ αιτίας του διαπεραστικού της ήχου είναι το οργανικό συγκρότημα για τον ανοιχτό χώρο. Σιγά-σιγά όμως την αντικαθιστά η κομπανία - που άλλοτε συναντιέται με τραγουδιστή, άλλοτε χωρίς, άλλοτε με περισσότερα κι άλλοτε με λιγότερα όργανα χωρίς να αλλοιώνεται η κλασική της σύνθεση: κλαρίνο-βιολί-λαούτο-σαντούρι.
Γιούλη Παπαθεοδώρου (1980)
Το τρίγλωσσο ένθετο του LP, σε Σουηδικά, Ελληνικά και Αγγλικά (pdf)
Συντελεστές
Συντελεστές παραγωγής
- Δόμνα Σαμίου (Έρευνα, Επιλογή, Μουσική επιμέλεια)
Συντελεστές εντύπου
- Μάρκος Φ. Δραγούμης (Κείμενα),
- Γιούλη Παπαθεοδώρου (Κείμενα),
- Ζαννής Ψάλτης (Κείμενα)
Τραγούδι
- Δόμνα Σαμίου (Ας πα να δουν τα μάτια μου, Βασιλικός θα γίνω, Τι 'θελα και σ' αγαπούσα, Αντά ’μαν παλικάρι, Απ' τα κάγκελα θα πέσω, Σαμαρίνα, Η τράτα μας η κουρελού, Ξενιτεμένο μου πουλί, Καλέ, δε με λυπάσαι),
- Απόστολος Κυριακάκης (Ο αντρειωμένος, Κοντυλιές)
Χορωδία
- Όμιλος Ελληνικών Λαϊκών Χορών «Ελένη Τσαούλη» (Βασιλικός θα γίνω, Αντά ’μαν παλικάρι, Η τράτα μας η κουρελού, Μάης)
Κλαρίνο
- Πέτρος Αθανασόπουλος-Καλύβας (Ας πα να δουν τα μάτια μου, Βασιλικός θα γίνω, Τι 'θελα και σ' αγαπούσα, Χασαποσέρβικος, Σαμαρίνα, Ξενιτεμένο μου πουλί)
Φλογέρα
Πίπιζα
Βιολί
- Στέφανος Βαρτάνης (Ας πα να δουν τα μάτια μου, Βασιλικός θα γίνω, Τι 'θελα και σ' αγαπούσα, Χασαποσέρβικος, Σόλο βιολί, Σαμαρίνα, Η τράτα μας η κουρελού, Ξενιτεμένο μου πουλί, Μάης, Καλέ, δε με λυπάσαι)
Λύρα Κρήτης
Ούτι
Λαούτο
- Πέτρος Αθανασόπουλος-Καλύβας (Ο αντρειωμένος, Κοντυλιές, Μάης),
- Χρήστος Αθανασόπουλος-Μορτάκης (Ας πα να δουν τα μάτια μου, Βασιλικός θα γίνω, Τι 'θελα και σ' αγαπούσα, Χασαποσέρβικος, Σαμαρίνα, Η τράτα μας η κουρελού, Ξενιτεμένο μου πουλί, Καλέ, δε με λυπάσαι)
Νταούλι
Τουμπί
Τουμπελέκι
- Ανδρέας Παππάς (Τι 'θελα και σ' αγαπούσα, Χασαποσέρβικος, Η τράτα μας η κουρελού, Μάης, Καλέ, δε με λυπάσαι)
Ντέφι
Αναφορές

Η ξενιτιά σε χαίρεται...

Η Σαμίου στη Σουηδία

Το «Ξενιτεμένο Πουλί» κυκλοφορεί στη Σουηδία
Σχόλια Μελών
Κάντε ένα σχόλιο
Δείτε επίσης

Τραγούδι
Ένα καράβι κρητικό

Τραγούδι
Αλησμονώ και χαίρομαι

Τραγούδι
Γιάννη μου το μαντίλι σου

Τραγούδι
Διώχνεις με μάνα, διώχνεις με

Τραγούδι
Καλώς ανταμωθήκαμε

Τραγούδι
Καράβι ένι το σπίτι μου

Τραγούδι
Μια κόρη συναπόβγανε

Τραγούδι
Ξενιτεμένο μου πουλί

Τραγούδι
Ξημέρωσε η ανατολή

Τραγούδι
Ο μισεμός είναι καημός

Τραγούδι
Πάνω σ’ βουνί θε ν’ ανεβώ

Τραγούδι
Σαν πας στα ξένα


